- ἐξωμιδοποιία
- ἐξωμιδοποιΐᾱ , ἐξωμιδοποιίαmanufacture offem nom/voc/acc dualἐξωμιδοποιΐᾱ , ἐξωμιδοποιίαmanufacture offem nom/voc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εξωμιδοποιία — ἐξωμιδοποιία, η (Α) η τέχνη τής κατασκευής εξωμίδων … Dictionary of Greek
ἐξωμιδοποιίας — ἐξωμιδοποιΐᾱς , ἐξωμιδοποιία manufacture of fem acc pl ἐξωμιδοποιΐᾱς , ἐξωμιδοποιία manufacture of fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)